ΤΑΔΕ ΕΦΗ ΖΑΡΑΤΟΥΣΤΡΑ

ΤΑΔΕ ΕΦΗ ΖΑΡΑΤΟΥΣΤΡΑ

Μια εργασία των Π.Θ., Α.Κ., Γ. Κ.


Εισαγωγή:

Μετά από την περιθωριοποίηση της επιστήμης και των τεχνών και την επικέντρωση της ανθρώπινης σκέψης και έρευνας στην θρησκεία, κάτι που έλαβε χώρα κυρίως στην μεσαιωνική περίοδο, η αναγέννηση, η βιομηχανική επανάσταση, οι πολιτικές επαναστάσεις και ο διαφωτισμός αναζωπύρωσαν την ανάγκη για επιστημονική έρευνα και ανοιχτή φιλοσοφική σκέψη στην Ευρώπη. Έτσι το έργο “Τάδε ἒφη Ζαρατούστρα” απεικονίζει την μεταβολή της προσοχής της ανθρωπότητας από την θρησκεία στην επιστήμη, και την κατανόηση του κόσμου με απτές αποδείξεις. Έχοντας γραφεί 1883 από τον γερμανό συγγραφέα και φιλόσοφο Φρίντριχ Νίτσε (Friedrich Nietzsche) το έργο αποτελεί μία από τις πιο διάσημες δημιουργίες του συγγραφέα του αλλά και ένα από τα πιο επαναστατικά κείμενα που γράφτηκαν ποτέ. Οι ιδέες που υπαινίσονται ακόμα και σήμερα μπορούν να θεωρηθούν “ακραίες”, πόσο μάλλον εκείνη την εποχή.


Αξίες του έργου και αυτοβιογραφία του συγγραφέα:

Ο Φρίντριχ Βίλχελμ Νίτσε (Friedrich Wilhelm Nietzsche (1844-1900) είχε δύο βασικά κοινά χαρακτηριστικά με τους προγενέστερους φιλοσόφους: την αυστηρή ζωή ενός ακαδημαϊκού και το μεγάλο ενδιαφέρον για την τέχνη. Η σκέψη του Νίτσε είναι κριτική, στην οποία η τέχνη είναι αναγκαία έκφραση. Αν και γιος λουθηρανού ιερέα, εναντιώθηκε στον Χριστιανισμό. Ενστερνίζοντας την άποψη ότι ο άνθρωπος πρέπει να απελευθερώσει ό,τι ισχυρό έχει μέσα του και να ανέλθει σε ανώτερο επίπεδο ήρθε σε αντιπαράθεση με πολλούς ιερείς τής εποχής οι οποίοι τον θεώρησαν αυτόν και τις απόψεις του εγωιστικές. Σύμφωνα με τον Νίτσε στο επίπεδο όπου ο άνθρωπος έχει καταφέρει ό,τι πιο δυνατό βρίσκεται ο Υπεράνθρωπος (Übermensch), ο οποίος είναι ο άνθρωπος του μέλλοντος. Αυτός για να πραγματοποιήσει ό,τι πιο ισχυρό γίνεται απαλλάχθηκε από τα δεσμά που τον περιορίζουν οι αδύναμοι. Ο κυριότερη αδυναμία είναι ο Χριστιανισμός αφού διακρίνει το καλό από το κακό και παρέχει την αγαθότητα στους πράους, στους υποχωρητικούς, δηλαδή στους δούλους. Κατά την άποψή του, εφόσον «ο Θεός είναι νεκρός», ο Υπεράνθρωπος, το Εγώ, πρέπει να τελειοποιήσει τον κόσμο. Η υπερηφάνεια, η ανδρεία, η θέληση για δύναμη δεν είναι αμαρτήματα, αλλά για τον σύγχρονο άνθρωπο και για τους αρχαίους Έλληνες είναι αρετές. (σ. 301-302). Η φιλοσοφία κατά τον Νίτσε δεν είναι η αναζήτηση της Αλήθειας, γιατί δεν υπάρχει Αλήθεια, υπάρχουν μόνο ερμηνείες. Ο φιλόσοφος πρέπει να ενισχύει τη θέληση για δύναμη.


Πλοκή:

Το βιβλίο ξεκινά με τον Ζαρατούστρα να παρουσιάζεται ως ερημίτης που έχει ζήσει δέκα χρόνια σε ένα βουνό με τους δύο συντρόφους του, έναν αετό (που συμβολίζει την υπερηφάνεια) και ένα φίδι(το οποίο αντιπροσωπεύει την σοφία). Ένα πρωί ο Ζαρατούστρα αποφασίζει να επιστρέψει στον κόσμο και να μοιραστεί τη σοφία του. Κατεβαίνοντας το βουνό, συναντά έναν άγιο, ο οποίος περνά τις μέρες του δοξάζοντας τον Θεό. Ο Ζαρατούστρα θαυμάζει που ο άγιος δεν έχει ακούσει ακόμη ότι «ο Θεός πέθανε». Φτάνοντας στην πλησιέστερη πόλη, ο Ζαρατούστρα απευθύνεται σε ένα πλήθος που έχει συγκεντρωθεί για να παρακολουθήσει έναν σχοινοβάτη. Τους λέει ότι ο στόχος της ανθρωπότητας πρέπει να είναι να δημιουργήσει κάτι ανώτερο από τον εαυτό της – έναν νέο τύπο ανθρώπου, τον Übermensch ενώ το πλήθος τον επιδοκιάζει με περιφρόνηση. Όταν ο σχοινοβάτης είναι στα μισά του δρόμου, ένας κλόουν έρχεται από πίσω του, συμβουλεύοντάς τον να φύγει από το δρόμο. Στη συνέχεια, ο κλόουν πηδά πάνω από τον χορευτή του σχοινιού, με αποτέλεσμα ο τελευταίος να πέσει και να πεθάνει θάνατο. Ο Ζαρατούστρα παίρνει το πτώμα του σχοινοβάτη στους ώμους του, το μεταφέρει στο δάσος και το ξαπλώνει σε ένα κούφιο δέντρο. Αποφασίζει ότι από αυτό το σημείο και μετά, δεν θα επιχειρήσει πλέον να μιλήσει στις μάζες, αλλά μόνο σε λίγους επιλεγμένους μαθητές. Ακολουθεί μια σειρά από ομιλίες στις οποίες ο Ζαρατούστρα ανατρέπει πολλές από τις επιταγές της χριστιανικής ηθικής. Συγκεντρώνει μια ομάδα μαθητών, αλλά τελικά τους εγκαταλείπει, λέγοντας ότι δεν θα επιστρέψει. 

Κατά το δεύτερο μέρος ο Ζαρατούστρα αποσύρεται στην ορεινή του σπηλιά. Όμως ένα βράδυ, ονειρεύεται ότι κοιτάζει σε έναν καθρέφτη και βλέπει το πρόσωπο ενός διαβόλου αντί του δικού του. Το θέαμα αυτό  το θεωρεί  ως σημάδι ότι τα λεγόμενά του διαστρεβλώνονται από τους εχθρούς του, και με χαρά κατεβαίνει το βουνό για να ανακτήσει τους χαμένους μαθητές του. Ακολουθούν περισσότερες ομιλίες, οι οποίες συνεχίζουν να αναπτύσσουν τα θέματα του θανάτου του Θεού και της ανόδου του Übermensch, και εισάγουν επίσης την έννοια της θέλησης για δύναμη. Όμως μια σειρά από όνειρα και οράματα τον ωθούν να αποσυρθεί από τους μαθητές του για άλλη μια φορά, για να τελειοποιηθεί. 

Κατά το τρίτο μέρος, καθώς ο Ζαρατούστρα ταξιδεύει στο σπίτι, παρασύρεται από το πνεύμα της βαρύτητας, ένα πλάσμα σαν νάνος που προσκολλάται στην πλάτη του και του ψιθυρίζει στο αυτί. Ο Ζαρατούστρα προκαλεί το πνεύμα να ακούσει την «αβυσσαλέα σκέψη» που μέχρι στιγμής απέφυγε να μιλήσει. Αυτή είναι η έννοια της αιώνιας επανάληψης. Ο χρόνος, λέει ο Ζαρατούστρα, είναι άπειρος, εκτείνεται και προς τα εμπρός και προς τα πίσω στην αιωνιότητα. Αυτό σημαίνει ότι όλα όσα συμβαίνουν τώρα πρέπει να έχουν συμβεί πριν, και ότι κάθε στιγμή πρέπει να συνεχίσει να επαναλαμβάνεται αιώνια. Καθώς μιλάει, ο Ζαρατούστρα βλέπει ένα νέο όραμα – έναν βοσκό να πνίγεται από ένα μαύρο φίδι που έχει μπει στο λαιμό του. Ο Ζαρατούστρα λέγοντας του να το δαγκώσει, ο βοσκός νικάει το φίδι. Εκείνη τη στιγμή, ο βοσκός μεταμορφώνεται σε ένα γελαστό, λαμπερό ον, κάτι μεγαλύτερο από ανθρώπινο ον. Ο Ζαρατούστρα συνεχίζοντας το ταξίδι του και παραδίδοντας περισσότερες ομιλίες εμπνευσμένες από τις παρατηρήσεις του φτάνει στην ορεινή του σπηλιά, παραμένει εκεί για αρκετή ώρα, και αναλογίζεται την αποστολή του. Αηδιάζει με την μικρή δύναμη της ανθρωπότητας και απελπίζεται στη σκέψη της αιώνιας επανάληψης της αδύναμης ανθρωπότητας. 

Κατά το τέταρτο και τελευταίο μέρος, Ο Ζαρατούστρα αρχίζει να γερνάει καθώς παραμένει απομονωμένος στη σπηλιά του. Μια μέρα, τον επισκέπτεται ένας μάντης, ο οποίος λέει ότι θα νιώσει κάποτε συμπόνια και ότι «ο ανώτερος άνθρωπος» τον καλεί. Ο Ζαρατούστρα ανησυχεί και σπεύδει να βοηθήσει τον ανώτερο άνθρωπο. Ψάχνοντας για τον άτομο που ζητάει βοήθεια, ο Ζαρατούστρα συναντά μια σειρά από χαρακτήρες που αντιπροσωπεύουν διάφορες πτυχές της ανθρωπότητας. Εμπλέκει τον καθένα από αυτούς σε συνομιλία και τελειώνει προσκαλώντας τον καθένα να περιμένει την επιστροφή του στη σπηλιά του. Μετά από μια μέρα αναζήτησης, ωστόσο, δεν καταφέρνει να βρει τον ανώτερο άνθρωπο. Επιστρέφοντας σπίτι, ακούει την κραυγή για άλλη μια φορά, που τώρα έρχεται από το εσωτερικό της σπηλιάς του. Συνειδητοποιεί ότι όλοι οι άνθρωποι με τους οποίους έχει μιλήσει εκείνη την ημέρα είναι συλλογικά ο ανώτερος άνθρωπος. Ο Ζαρατούστρας παραθέτει ένα δείπνο στους καλεσμένους του, το οποίο ζωντανεύει με τραγούδια και λογομαχίες και καταλήγει στη λατρεία ενός γαϊδάρου. Οι άνδρες ευχαριστούν τον Ζαρατούστρα που τους απάλλαξε από τη στεναχώρια τους και τους έμαθε να είναι ικανοποιημένοι με τη ζωή. Το επόμενο πρωί, έξω από τη σπηλιά του, ο Ζαρατούστρα συναντά ένα λιοντάρι και ένα κοπάδι περιστεριών, τα οποία ερμηνεύει ως σημάδι ότι αυτοί που αποκαλεί παιδιά του είναι κοντά. Καθώς οι άνδρες βγαίνουν από τη σπηλιά, το λιοντάρι βρυχάται εναντίον τους, αναγκάζοντάς τους να φωνάξουν και να τραπούν σε φυγή. Η κραυγή τους θυμίζει στον Ζαρατούστρα την πρόβλεψη του μάντη ότι θα μπει στον πειρασμό να νιώθει συμπόνια για τον ανώτερο άνθρωπο. Δηλώνει ότι αυτό τελείωσε και ότι από εδώ και πέρα δεν θα σκέφτεται τίποτα άλλο παρά τη δουλειά του.

Ο χαρακτήρας του Ζαρατούστρα: 

Όντας ο κεντρικός χαρακτήρας του έργου, ο Ζαρατούστρα λειτουργεί ως φερέφωνο του συγγραφέα, δηλαδή του Νίτσε. Αυτό επιβεβαιώνεται αφού ο πρωταγωνιστής προωθεί τις ιδέες του Νίτσε που βρίσκονται σε άλλα κείμενα του φιλοσόφου. Ο νίτσε τοποθετεί τον Ζαρατούστρα ως αντίπαλο του Χριστιανισμού και του Ιησού. Αυτό αφου ο πρωτάρχης του Ζωροαστρισμού δεν νιώθει οίκτο και ούτε συμπόνια και ούτε ενοχλεί τους πιστούς του με την έννοια της ζωής μετά του θανάτου. Ο Ζαρατούστρα προσπαθώντας να βοηθήσεις τον κόσμο να επανεξετάσει τις παραδοσιακές αξίες της κοινωνίας χρησιμοποιεί παραβολές. Σε αυτές να απελευθερώσει τον άνθρωπο από την κρίση και την περιφρόνηση που έχει επικρατήσει στην κοινωνία προτρέποντάς τους ακροατές του να αμφισβητήσουν το «Θα πρέπει» ή τις προκαθορισμένες αξίες του κράτους.  

Τα κύρια μηνύματα του έργου:

Μέσα από το κείμενο τονίζονται ιδιαίτερα τέσσερις αξίες του Νίτσε: η θέληση για δύναμη, η αιώνια επανάληψη και ο Υπεράνθρωπος. Το πρώτο τονίζεται ιδιαίτερα κατά το μήκος του έργου. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι αποτέλεσε θεμέλιο λίθο για την φασιστική ιδεολογία αφού ο ίδιος ο Νίτσε πολλές φορές αναφέρεται ως ο φιλόσοφος του Ναζισμού. Βέβαια πολλοί ερευνητές και ιδικοί πάνω στην φιλοσοφία του Νίτσε μεταφράζουν την “θέληση για δύναμη” ως “πρόθεση για ενδυνάμωση και ανάπτυξη”. Η αιώνια επανάληψη, η οποία σύμφωνα με τον ίδιο τον Νίτσε είναι η βάση του έργου “Τάδε ἒφη Ζαρατούστρα” στηρίζεται στην φιλοσοφική οπτική της κυκλική ιστορίας, δηλαδή στην ιδέα ότι αφού ο χρόνος είναι άπειρος όλα τα πράγματα έχουν ξανασυμβεί και θα ξανα-συμβαίνουν για πάντα. Τέλος ο Υπεράνθρωπος αποτελεί μια ειδυλλιακή εικόνα του ανθρώπου. Σύμφωνα με αυτήν, ο άνθρωπος απαλλάχθηκε από τα δεινά της θρησκείας και έγινε αυτός ο Θεός του κόσμου καταφέρνοντας να επιτύχει τα πάντα. Όλα αυτά μέσω της δύναμης και της μάχης για το καλύτερο. Φυσικά η έννοια του υπερανθρώπου παραμένει μόνο θεωρητική αφού είναι πρακτικά αδύνατον ο άνθρωπος να κατακτήσει το παν.

Το συμφωνικό ποίημα του Ρίχαρντ Στράους:

Αποτελώντας σημείο σταθμός για την λογοτεχνία, το έργο του νίτσε δεν θα μπορούσε να περιοριστεί στον κλοιό μόνο μιας τέχνης. Με τον όρο “συμφωνικό ποίημα” αναφερόμαστε σε ένα πρώην λογοτεχνικό έργο το οποίο μελοποιήθηκε και συνοδεύτηκε από μία συμφωνική ορχήστρα. Έτσι η επίδραση του “Τάδε ἒφη Ζαρατούστρα” ώθησε τον Ρίζαρντ Στράους να συνθέσει το τριακοστό του έργο το οποίο αποτελεί ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα ακούσματα αφου απέκτησε μεγάλη δημοφιλία ιδιαίτερα μετά τη χρησιμοποίηση της εισαγωγής από τον σκηνοθέτη Στανλεϊ Κιουμπρικ στην εμβληματική ταινία του «2001: Η Οδύσσεια του Διαστήματος», που πρωτοπροβλήθηκε το 1968. Ο Στράους χώρισε το έργο σε εννέα μέρη τα οποία και τα ονόμασε με τον ακόλουθο τρόπο:

  1. Εισαγωγή

  2. «Von den Hinterweltlern» (από τον κρυμμένο κόσμο των ανθρώπων).

  3. «Von der grossen Sehnsucht» (από τη μεγάλη νοσταλγία).

  4. «Von den Freuden und Leidenschaften» (από τις χαρές και τα πάθη).

  5. «Das Grablied» (Tο τραγούδι του τάφου).

  6. «Von der Wissenschaft» (από την επιστήμη).

  7. «Der Genesende» (ο αναρρωνύων)

  8. «Das Tanzlied» (το τραγούδι-χορός).

  9. «Das Nachtwandlerlied» (το τραγούδι του νυχτερινού περιπλανώμενου).

Oι τίτλοι αναδεικνύουν τις σημαντικές στιγμές του φιλοσοφικού ταξιδιού του Ζαρατούστρα. Ο συνθέτης δεν αποσκοπούσε την συνθέση φιλοσοφική μουσική, αλλά να σχολιάσει το φιλοσοφικό έργο, τονίζοντας την αισιοδοξία των ανθρώπων της γενιάς του. Περιγράφει την εξέλιξη του ανθρώπου, από τις ρίζες του, μέσα από τις φάσεις της ανάπτυξής του (θεολογικές και επιστημονικές), καταλήγοντας στον Υπεράνθρωπο του Νίτσε. Στην αρχή του έργου υπάρχει η επισήμανση σε παρενθέσεις: «frei nach Friedr. Nietzsche” υποδηλώνει την ερμηνεία και σε ένα βαθμό το νόημα του έργου. Πρόθεση του Στράους δεν ήταν να εκθέσει φιλοσοφικές ιδέες για τη μουσική, αλλά να σκιαγραφήσει μουσικά τις σκέψεις του φιλοσόφου. Η εισαγωγή του έργου αρχίζει με το έντονο μοτίβο, χαρακτηριστικό του έργου, το οποίο διατρέχει όλο το έργο. Αυτό είναι το μοτίβο του «Υπερανθρώπου», είναι γραμμένο στη ΝΤΟ μείζονα, αλλά χωρίς τον φθόγγο της τρίτης, ώστε να μην καθορίζεται το είδος της συγχορδίας (μείζων, ελάσσων). Κάτω από το μοτίβο αναγράφονται οι λέξεις «Ich bin Ich!». Τα υπόλοιπα οκτώ μέρη της σύνθεσης κινούνται σε ελεύθερη αυτοσχεδιαστική επεξεργασία του μοτίβου. Η σύνθεση βασίζεται στην αντιπαράθεση δύο τονικοτήτων, στη ΣΙ μείζονος που αντιπροσωπεύει την ανθρωπότητα και της ΝΤΟ μείζονος που αντιπροσωπεύει το σύμπαν. (οι δύο αυτές τονικότητες βρίσκονται σε μακρινή σχέση μεταξύ τους, ο οπλισμός τους απέχει αρκετά μεταξύ τους. Η αντιπαράθεση της ανθρωπότητας και της φύσης αποδίδεται με την αντίθεση των τονικοτήτων της ντο μείζονος και της σι μείζονος, καθώς και οι βαθμίδες και των δύο κλιμάκων συγκροτούν τους δώδεκα φθόγγους της χρωματικής κλίμακας.  

Τα μέρη του μουσικού έργου:

  • Στο «Εισαγωγή ή η Αυγή» αρχίζει με τη χαρακτηριστική φανφάρα της τρομπέτας που συμβολίζει την άνοδο του φωτός. (φανφάρα= σύντομο μουσικό κομμάτι που εκτελείται από χάλκινα πνευστά και προορίζεται να ακουστεί σε γιορτή ή σε πανηγύρι). Ο ίδιος γράφει «Πρώτο μέρος: Ανατολή. Ο άνθρωπος νιώθει τη δύναμη του Θεού». Το εκκλησιαστικό όργανο ενισχύει τη λαμπρότητα της εισαγωγής. Η τρομπέτα εισάγει το θέμα της Φύσης. Ο Ζαρατούστρα αφήνει τη μοναξιά του στο βουνό και κατεβαίνει στον κόσμο για να μοιραστεί τη σοφία του.

  • Το μέρος «Αυτών από τον Κρυμμένο Κόσμο» με τα τσέλα, κοντραμπάσα και εκκλησιαστικό όργανο αναφέρονται σε όσους βρίσκονται σε αμφιβολία και καταφεύγουν στην πίστη. Στη συνέχεια, τα κόρνα παρουσιάζουν το θέμα του «Πιστεύω» της Θείας Λειτουργίας.

  • Τα δύο επόμενα μέρη επικρατούν πολύχρωμα μοτίβα που παραπέμπουν σε συναισθηματικές απότομες αλλαγές. 

  • Στο μέρος «Της μεγάλης επιθυμίας» μία αυστηρή φούγκα (τύπος κομματιού) παρουσιάζει την «Επιστήμη» μέσω της οποίας ο άνθρωπος αντιμετωπίζει την ατελή του φύση.

  • Στο μέρος «Των Απολαύσεων και των Παθών» κυριαρχούν διονυσιακοί χοροί και απολαύσεις.

  • Στο «Τραγούδι του Τάφου» η ένταση χάνεται και επικρατεί η ηρεμία της νύχτας. Ο Ζαρατούστρα επιδοκιμάζει την ανθρωπότητα για τις αυταπάτες της.

  • Στο μέρος της «Επιστήμης και της Μάθησης» υποδηλώνεται ότι η αναζήτηση της Επιστήμης και της Μάθησης, αποτελούν μία ακόμη ισχυρή πηγή ψευδαίσθησης. Ο συνθέτης τα παρουσιάζει με το άκουσμα των δώδεκα φθόγγων της χρωματικής κλίμακας.

  • Στο μέρος «Ο Αναρρωνύων» ο Ζαρατούστρα που έχει εξαντληθεί, αναρρώνει. Ο Στράους επαναφέρει το μοτίβο της ανατολής για να υποδηλώσει την ανάρρωση. Αναφέρεται στην κάθαρση του κάθε αμαρτωλού, που λάμπει πλέον από το φως του ήλιου.

Η παύση που ακολουθεί υποδηλώνει την παγιδευμένη ανθρωπότητα, η οποία σταδιακά αφυπνίζεται όπως περιγράφεται από τους ήχους της ορχήστρας.

  • Με το «Τραγούδι του Χορού» ο Νίτσε παρουσιάζει τον Υπεράνθρωπο. Το σόλο βιολί συμβολίζει τη Δύναμη της Ζωής. Η βαλς υπονοεί την ανθρώπινη, κατά τον Νίτσε, ευτυχία.

  • Το «Τραγούδι του Νυχτερινού Περιπλανώμενου» αποτελείται από μία ελεγεία με πένθιμη νυχτερινή μουσική. Ο Ζαρατούστρα αρνείται να λύσει το θέμα της αιώνιας μάχης του ανθρώπου με τη φύση. Ο άνθρωπος αγωνίζεται να ανέβει στον ουρανό, αλλά παραμένει στη γη. Με την περίπλοκη μουσική ενισχύεται αυτή η αβεβαιότητα. 

Επίλογος:

Το έργο του Νίτσε αποτέλεσε επανάσταση στην φιλοσοφία αλλά και στις άλλες τέχνες. Κατέχοντας την θέση του πιο γνωστού έργου του Νίτσε, ενός φιλοσόφου που επικρίθηκε πολλές φορές από την κοινωνία, το “Τάδε ἒφη Ζαρατούστρα” παραμένει ένα από τα πιο επαναστατικά έργα που γράφτηκαν ποτέ και ένα από τα πρώτα που έρχονται σε αντιπαράθεση με την θρησκεία και τις θείες δυνάμεις. Πολλοί θεωρούν το έργο εγωκεντρικό και ότι λείπει η ταπείνωση του ανθρώπου στο θείο. Άλλοι πιστεύουν ότι έργο θέλει να αφυπνίσει τις δυνάμεις του ανθρώπου που κατάφερε από το να ζει στις σπηλιές να κατακτά πλανήτες και να γίνεται κυρίαρχος σε ό,τι μπορεί να ανακαλύψει, ορίσει, προσδιορίσει και σε ό,τι του δοθεί. 




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σχεδιάζοντας και Διδάσκοντας Θρησκευτικά με τα νέα Προγράμματα Σπουδών. Διδακτικά σενάρια για το μάθημα των Θρησκευτικών

1.1 Ο άνθρωπος ζει με τον Θεό - Α΄ Λυκείου

"Ο Χριστός έρχεται , όταν του μοιάσουμε [...] Πάρε τον παράδεισό μου και δος μου την κόλασή σου” - Α2