Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

«Πoρεία εν Αγίω Πνεύματι», αλλά ... από Ορθόδοξη σκοπιά: Το Συνέδριο Παγκόσμιας Ιεραποστολής και οι Διορθόδοξες σχέσεις

Άρθρο του Ομότιμου Καθηγητή Πέτρου Βασιλειάδη

Αναδημοσίευση από την Πύλη Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Amen.gr


Κριτική αποτίμηση του πρόσφατου παγκόσμιου ιεραποστολικού συνεδρίου και ορισμένες σκέψεις για τις «δι»-ορθόδοξες οικουμενικές σχέσεις.


Το συνέδριο του Παγκόσμιου Συμβουλίου των Εκκλησιών για την ιεραποστολή και τον ευαγγελισμό, που πραγματοποιήθηκε στην Αρούσα της Τανζανίας (8-13 Μαρτίου 2018), ήταν η πρώτη κορυφαία διαχριστιανική συνάντηση παγκόσμιας εμβέλειας μετά την Αγία και Μεγάλη Σύνοδοο της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Κρήτη (19-26 του Ιουνίου 2016). Και ήταν ένα σημαντικό γεγονός, το οποίο όχι μόνο συνέβαλε στην περαιτέρω σύσφιξη των χριστιανικών σχέσεων, αφού συγκέντρωσε εν Αγίω Πνεύματι – σύμφωνα με τον τίτλο του «Moving in the Spirit. Called to a Transforming Discipleship», που σε ελεύθερη ελληνική μετάφραση σημαίνει «Πορεία εν Αγίω Πνεύματι. Ιεραποστολική Μεταμορφωτική Μαθητεία» – όλες τις χριστιανικές παραδόσεις (Ορθόδοξες, Καθολικές, Προτεσταντικές, Ευαγγελικαλικές και Πεντηκοστιανές, με τις αντίστοιχες ιεραποστολικές οργανώσεις και τις Αφρικανικές κοινότητες), αλλά και τις «διορθόδοξες», την Ορθόδοξη δηλαδή Εκκλησία και τις Αρχαίες, Ανατολικές (Eastern και Oriental Orthodox Churches).




Στο σύντομο αυτό σημείωμά μου θα προσπαθήσω να καταθέσω την προσωπική μου εκτίμηση και μαρτυρίας και για τις δύο αυτές «σχέσεις», έχοντας επίγνωση  ότι η πρόνοια του Θεού ενεργεί με απρόβλεπτο και πέρα από κάθε φαντασία τρόπο. Αυτό, άλλωστε μαρτυρείται και στην Αγία Γραφή: «τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ» (Ιω. 3:8).
Αυτό το διάσημο ρητό απαντάται στο κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο στο πλαίσιο της συζήτησης του Ιησού με τον Νικόδημο και του λόγου του για την ανάγκη πνευματικής αναγέννησης των ανθρώπων. Αυτή η γέννηση εκ Πνεύματος, σε αντίθεση με τη φυσική γέννηση, είναι έργο του Θεού, που κανείς δεν μπορεί να ελέγξει, όπως συμβαίνει με τον άνεμο. «Τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ (και εδώ ο ευαγγελιστής μετακινείται από την έννοια του Αγίου Πνεύματος σε εκείνην του ανέμου, αφού ο ελληνικός όρος «πνεύμα» έχει και τις δύο έννοιες) καὶ τὴν φωνὴν αὐτοῦ ἀκούεις, ἀλλ᾿ οὐκ οἶδας πόθεν ἔρχεται καὶ ποῦ ὑπάγει· οὕτως ἐστὶ πᾶς ὁ γεγεννημένος ἐκ τοῦ Πνεύματος» (3: 8). Και γι 'αυτό το λόγο η σωστή λατρεία της του Θεού, όπως υπογραμμίζει ο Ευαγγιστής Ιωάννης στη συζήτηση του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα, πρέπει να είναι εν πνεύματι και αληθεία: «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν (4:24).
Το Ευαγγέλιο του Ιωάννη προϋποθέτει τη συνοπτική παράδοση, αλλά κινείται πέρα ​​από τη λογική του, καθώς και πέρα ​​από μερικές παλαιότερες θεολογικές απόψεις. Θεολογικά προσεγγίζει τα διαχρονικά προβλήματα της ιστορίας, του ανθρώπινου πεπρωμένου και, συνεπώς, της ευθύνης μας για τον κόσμο, δηλαδή της ιεραποστολής, ξεκινώντας όχι από την ανθρωπολογία, αλλά από την Χριστολογία. Η Χριστολογία όμως δεν μπορεί να γίνει κατανοητή στον Ιωάννη, εκτός των πλαισίων της Πνευματολογίας, αφού ο «Παράκλητος» (14:26), το Άγιο Πνεύμα, σύμφωνα με την ορολογία του Ιωάννη, χαρακτηρίζεται ως το «alter ego» του Χριστού («καὶ ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἵνα μένῃ μεθ᾿ ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα», 14:16). Αυτός ο άλλος Παράκλητος, είναι «τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας» (Ιω 14:17· 15:26· 16:13), εκείνος που θα μας οδηγήσει στην αλήθεια, «ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν» (14:26). Κατά συνέπεια, τα ανθρώπινα όντα είναι σε κοινωνία με τον Χριστό, που είναι  «ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή», με άλλα λόγια με τον Τριαδικό Θεό, αφού «οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν Πατέρα εἰ μὴ δι᾿ ἐμοῦ» (14:13), μόνο μέσω του Αγίου Πνεύματος, το οποίο παρέχει ως δωρεά στον κόσμο ο Θεός Πατήρ («τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν» (14:26).
Αυτές οι απόψεις έχουν τεράστιες συνέπειες για την Ορθόδοξη χριστιανική μαρτυρία, την ιεραποστολή δηλαδή στην αυθεντική της έκφραση. Στον Ιωάννη, όπως και στην παλαιοχριστιανική παράδοση, η χριστιανική κοινότητα δεν εκλαμβάνεται ούτε ως καθίδρυμα,ούτε ως σύστημα με ένα λογικά καθορισμένο σύνολο δογμάτων ή/και συγκεκριμένη δομή, ούτε απλώς και μόνο ως διακήρυξη του χαρμόσυνου μηνύματος του ευαγγελίου, αλλά μάλλον ως κοινωνία με τον Χριστό, όταν τηρούμε τον λόγο του και πιστεύουμε σε αυτόν που τον έστειλε, ακριβώς όπως ο Χριστός είναι σε κοινωνία με τον Πατέρα (10:30· 17:21). Είμαστε «εκ της αλήθειας», όταν ακούμε τη φωνή του, ακριβώς όπως τα πρόβατα ακούν τη φωνή του καλού ποιμένα (10:1εξ) και ακολουθούν πιστά τις εντολές του. Όλα αυτά συμβαίνουν, όταν «μεταμορφωθούμε», όταν δηλαδή αλλάξουμε τρόπο ζωή, όταν αναγεννηθούμε «ἄνωθεν» (3:3), και «ἐκ Πνεύματος» (3:5).
Αυτή η Πνευματολογική, και ως εκ τούτου Τριαδολογική, και συνεπώς «σχεσιακή» διάσταση της χριστιανικής ιεραποστολής, η οποία με την ουσιαστική συνδρομή της Ορθόδοξης θεολογίας είχε πριν από μερικές δεκαετίες διατυπωθεί στην οικουμενική κίνηση ως missio dei, έλαβε την τελική της μορφή στο Παγκόσμιο ιεραποστολικό συνέδριο της Aρούσας, με το θέμα που αναφέραμε πιο πάνω. Συνέδριο αυτό έλαβαν μέρος περισσότερα από χίλια άτομα που ασχολούνται με ιεραποστολή και τον ευαγγελισμό, είτε θεολόγοι της ιεραποστολικής είτε ενεργοί ιεραπόστολοι, από όλες τις χριστιανικές παραδόσεις, και από όλα τα μέρη του κόσμου. Γιορτάζοντας χαρούμενα και υμνώντας το ζωοποιό δύναμη του Αγίου Πνεύματος στην εποχή μας, αντλώντας παράλληλα έμπνευση από την πλούσια πνευματική Αφρικανική παράδοση, η Ορθόδοξη έκφραση της οποίας μας άφησε όλους έκπληκτους.
***
Ένα από τα βασικά θέματα που συζητήθηκαν στην Αρούσα, όπως σχεδόν σε όλα τα προηγούμενα παγκόσμια ιεραποστολικά συνέδρια (13 ή 14 - ανάλογα με το αν προσμετράται και το προηγούμενο επετιακό στο Εδιμβούργο το 2010, το οποίο σημάδεψε τα εκατό χρόνια κοινής χριστιανικής μαρτυρίας, αν όχι στην πράξη, τουλάχιστον ως προσπάθεια κάτι τέτοιο), ήταν το πώς πρέπει η χριστιανική ιεραποστολή και ο ευαγγελισμός να διεξάγεται αυθεντικά και «σύμφωνα με το θέλημα του Χριστού» (Συνέδριο του Σαν Αντόνιο το 1989).
Από αυτή την άποψη ως Ορθόδοξος είμαι αρκετά ικανοποιημένος, διαπιστώνοντας να επαναλαμβάνεται με έμφαση η σχεσιακή και ολιστική διάσταση της αποστολής του Θεού: πνευματική και υλική, καταλήγοντας δηλαδή έναν ορισμό της μαθητείας που ασκείται προς τα έσω, στον εσωτερικό εαυτό μας, προς τα άνω, προς τον Θεό, και μόνο έπειτα προς τα έξω, στην ανθρώπινη κοινωνία και τις ανάγκες του ανθρώπου, σε παγκόσμιο και τοπικό επίπεδο, αλλά και προς το σύνολο της κτιστής δημιουργίας του Θεού, το φυσικό δηλαδή περιβάλλον μας. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο στο τελευταίο του μήνυμα, που εγκρίθηκε την τελευταία ημέρα και υιοθετήθηκε με συναίνεση από τους συνέδρους, υπογραμμίζεται:
«Παρά τις κάποιες αμυδρές ελπίδες, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε πως κυριαρχούν δυνάμεις που οδηγούν στο θάνατο, που κλονίζουν την παγκόσμια τάξη και προσβάλλουν πολλούς. Παρατηρούμε τη αλόγιστη συσσώρευση πλούτου, λόγω ενός παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, το οποίο χαρίζει πλουτο στους λίγους και κάνει φτωχούς τους πολλούς. Αυτή είναι η ρίζα και αιτία πολλών σημερινών πολέμων, συγκρούσεων, οικολογικής καταστροφής και δυστυχίας. Έχουμε επίγνωση ότι οι άνθρωποι που βρίσκονται στο περιθώριο της ζωής φέρουν το βαρύτερο φορτίο αυτής της καταστάσεως. Το παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό σύστημα έχει καταστήσει τη χρηματοπιστωτική αγορά ένα από τα είδωλα της εποχής μας και έχει ενισχύσει τις κουλτούρες επικυριαρχίας και διακρίσεων που συνεχίζουν να περιθωριοποιούν και να αποκλείουν εκατομμύρια ανθρώπων, κρατώντας τους σε συνθήκες ευπάθειας και εκμετάλλευσης».
Ορισμένοι εκ των συνέδρων, όχι μόνο Ορθόδοξοι, δεν αισθάνονται άνετα με μια τόσο έντονα πολιτική ρητορική, και θα προτιμούσαν μια μάλλον ουδέτερη στάση σε κοινωνικά θέματα, μια λιγότερο υλική και πιο πνευματική κατεύθυνση στην χριστιανική ιεραποστολική δράση της επόμενης δεκαετίας. Αυτές όμως οι ανησυχίες δεν ήταν δυνατόν να ικανοποιηθούν, όταν μάλιστα έχουν προηγηθεί η παπική εγκύκλιος Evangelii Gaudium (Η χαρά του Ευαγγελίου), η νέα ιεραποστολική διακήρυξη του ΠΣΕ, «Από κοινού για τη ζωή», η Ορθόδοξη συνοδική ιεραποστολική απόφαση/διακήρυξη, που υιοθετήθηκε από τηνν πολυαναμενόμενη Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ακόμα όμως και η Δέσμευση του Ευαγγελικαλικού Κινήματος της Λωζάνης του Κέιπ Τάουν το 2010.
Αντλώντας μόνο από τηις Ορθόδοξες διακηρύξεις, και ειδικά από το Κείμενο/απόφαση περί ιεραποστολής, με τίτλο «Η αποστολή της Ορθοδόξου Εκκλησίας στον σσύγχρονο κόσμο», υπενθυμίζω από το κεφ. 6 τις παρ. 4-5:
«Τό χάσμα μεταξύ πλουσίων καί πτωχῶν διευρύνεται δραματικῶς ἐξ αἰτίας τῆς οἰκονομικῆς κρίσεως, ἡ ὁποία εἶναι συνήθως ἀποτέλεσμα κερδοσκοπίας χωρίς φραγμούς ἐκ μέρους οἰκονομικῶν παραγόντων, συγκεντρώσεως τοῦ πλούτου εἰς χεῖρας ὀλίγων καί στρεβλῆς οἰκονομικῆς δραστηριότητος, ἡ ὁποία, στερουμένη δικαιοσύνης καί ἀνθρωπιστικῆς εὐαισθησίας, δέν ἐξυπηρετεῖ, τελικῶς, τάς πραγματικάς ἀνάγκας τῆς ἀνθρωπότητος. Βιώσιμος οἰκονομία εἶναι ἐκείνη, ἡ ὁποία συνδυάζει τήν ἀποτελεσματικότητα μετά δικαιοσύνης καί κοινωνικῆς ἀλληλεγγύης. (παρ 4).  Ὑπό τάς τραγικάς ταύτας καταστάσεις, κατανοεῖται ἡ τεραστία εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας διά τήν καταπολέμησιν τῆς πείνης καί πάσης ἄλλης μορφῆς ἐνδείας ἐν τῷ κόσμῳ.Ἕν τοιοῦτον φαινόμενον εἰς τήν ἐποχήν μας, κατά τήν ὁποίαν αἱ χῶραι ζοῦν ὑπό καθεστώς παγκοσμιοποιημένης οἰκονομίας, ὑποδηλοῖ τήν σοβαράν κρίσιν ταυτότητος τοῦ συγχρόνου κόσμου, διότι ἡ πεῖνα οὐχί μόνον ἀπειλεῖ τό θεῖον δῶρον τῆς ζωῆς ὁλοκλήρων λαῶν, ἀλλά καί θίγει τό μεγαλεῖον καί τήν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, συγχρόνως δέ προσβάλλει καί τόν ἴδιον τόν Θεόν. Διά τοῦτο, ἄν ἡ μέριμνα διά τήν ἰδικήν μας τροφήν εἶναι θέμα ὑλικόν, ἡ μέριμνα διά τήν τροφήν τοῦ συνανθρώπου μας εἶναι θέμα πνευματικόν (Ἰακ. β’, 14-18). Ἀποτελεῖ, ἑπομένως, ἀποστολήν ὅλων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν νά ἐπιδεικνύουν ἀλληλεγγύην καί νά ὀργανώνουν ἀποτελεσματικῶς τήν βοήθειάν των πρός τούς ἐνδεεῖς ἀδελφούς». (παρ. 5).
Το μήνυμα του συνεδρίου της Αρούσας, ακολουθώντας το δεύτερο μέρος του γενικού θέματος: «Ιεραποστολική  μεταμορφωτική μαθητεία», περιλαμβάνει μια σειρά κλήσεων, με την έννοια δεσμευτικών καθηκόντων που όλοι οι χριστιανοί οφείλουν να ακολουθούν, και τελειώνει με την ακόλουθη προσευχή:
«Θεέ της αγάπης, σ’ ευχαριστούμε για το δώρο της ζωής σε όλη της την ποικιλία και την ομορφιά. Κύριε Ιησού Χριστέ, σταυρωθέντα και αναστάντα, σε αινούμε για την έλευσή σου να αναζητήσεις τους χαμένους, να απελευθερώσεις τους καταπιεσμένους, να θεραπεύσεις τους άρρωστους και να μετατρέψεις τον εγωκεντρικό μας κόσμο. Πνεύμα Άγιο, χαιρόμαστε που μας έδωσες πνοή ζωής στον κόσμο και μέσα στις καρδιές μας. Ζώντας εν Πνεύματι, μπορούμε επίσης να περπατήσουμε και σύμφωνα με το Πνεύμα. Δώστε μας πίστη και θάρρος να αρνηθούμε τον εαυτό μας, να σηκώσουμε το σταυρό μας και να ακολουθήσουμε τον Ιησού, και να γίνουμε οδοιπόροι της δικαιοσύνης και της ειρήνης στην εποχή μας. Για την ευλογία του λαού σου, τη διατήρηση της γης και τη δόξα του ονόματός σου. Δια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, Αμήν».
Προφανώς, το επίκεντρο του ιεραποστολικού συνεδρίου της Αρούσας ήταν η μεταμόρφωση, τόσο του εαυτού μας, όπως εμφανέστερα φαίνεται στην καταληκτική προσευχή, αλλά και στο προοίμιο («Το Άγιο Πνεύμα συνεχίζει να δρα στην εποχή μας και μας καλεί επειγόντως ως χριστιανικές κοινότητες να ανταποκριθούμε με μια μεταστροφή, τόσο των ευατών μας όσο και των χριστιανικών μας κοινοτήτων»), και κυρίως του κόσμου, κάτι που είναι πιο εμφανές στις «κλήσεις» του τελικού Μηνύματος, οι οποίες υπογραμμίζουν αναλυτικά και επεξηγούν τί σημαίνει «μεταμορφωτική μαθητεία». Με άλλα λόγια, το Μήνυμα υπογραμμίζει τόσο την ατομική μεταστροφή όσο και τον μεταμορφωτικό χαρακτήρα της αυθεντικής χριστιανικής μαθητείας, της προς τον έξω κόσμο χριστιανικής μας μαρτυρίας, δηλαδή της ιεραποστολής.
Αυτό που σίγουρα θα ικανοποιήσει όλους τους Ορθόδοξους είναι η αναφορά στην ανατολική χριστιανική θεολογία περί  «θεώσεως»: «Η μαθητεία Χριστού είναι τόσο δώρο όσο και κλήση, να είμαστε συνεργοί του Θεού για την μεταμόρφωση του κόσμου. Κάτι που οι θεολόγοι της αρχαίας Εκκλησίας ονόμαζαν «θέωση», όντας δηλαδή κοινωνοί της χάρης του Θεού, συμμετέχουμε και στην αποστολή του Θεού (missio dei). Αυτή η πορεία της μαθητείας μας οδηγεί στο να μοιραζόμαστε και να ζούμε την εν Χριστώ Ιησού αγάπη του Θεού, αναζητώντας δικαιοσύνη και ειρήνη διαφορετική από την εγκόσμια («εἰρήνην τὴν ἐμὴν δίδωμι ὑμῖν· οὐ καθὼς ὁ κόσμος δίδωσιν», (Ιω 14:27). Έτσι, ανταποκρινόμαστε στην κλήση του Ιησού να τον ακολουθούμε χέρει με χέρι με τους περιθωριακούς του κόσμου μας».
Ως μαθητές του Ιησού Χριστού, τόσο ατομικά όσο και συλλογικά:
 «Καλούμαστε δια του βαπτίσματός μας σε μεταμορφωτική μαθητεία: έναν τρόπο ζωής που συνδέεται με τον Χριστό σε έναν κόσμο όπου πολλοί αντιμετωπίζουν απελπισία, απόρριψη και απαξία.
Καλούμαστε να λατρεύσουμε τον Τριαδικό Θεό, τον Θεό της δικαιοσύνης, της αγάπης και της χάρης, σε μια εποχή που πολλοί λατρεύουν τον ψεύτικο θεό του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Καλούμαστε να διακηρύξουμε το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού - το περισσόν της ζωής, την μετάνοια και συγχώρεση των αμαρτιών, και την επαγγελία της αιώνιας ζωής - με λόγια και έργα, σε έναν βίαιο κόσμο, στον οποίο πολλοί θυσιάζονται στα είδωλα του θανάτου, και πολλοί δεν έχουν ακόμη ακούσει το ευαγγέλιο.
Καλούμαστε να συμμετέχουμε με χαρά στην πορεία του Αγίου Πνεύματος, το οποίο ενδυναμώνει τους ανθρώπους που ζουν στο περιθώριο της ζωής να αναζητούν αξιοπρέπεια, δικαιοσύνη και πληρότητα ζωής.
Καλούμαστε να διακρίνουμε ποιος είναι ο λόγος του Θεού, σε έναν κόσμο που εκπέμπει πολλά αντιφατικά, ψεύτικα και συγκεχυμένα μηνύματα.
Καλούμαστε να φροντίσουμε τη δημιουργία του Θεού και να είμαστε αλληλέγγυοι με τα έθνη που πλήττονται σοβαρά από την αλλαγή του κλίματος, που προκαλούν η αδίστακτη ανθρωποκεντρική εκμετάλλευση του περιβάλλοντος από απληστία και καταναλωτισμό.
Καλούμαστε μαθητές του Χριστού να ζήσουμε μαζί σε μια δίκαιη και χωρίς αποκλεισμούς κοινωνία, στην στην αναζήτηση της χριστιανικής ενότητας κατά την οικουμενική μας πορεία, σε έναν κόσμο που βασίζεται στην περιθωριοποίηση και τον αποκλεισμό.
Καλούμαστε να είμαστε πιστοί μάρτυρες της μεταμορφωτικής αγάπης του Θεού, σε διάλογο με τους πιστών άλλων θρησκειών, σε έναν κόσμο όπου η πολιτικοποίηση της θρησκευτικής ταυτότητας συχνά προκαλεί συγκρούσεις.
Καλούμαστε να μεταμορφωθούμε και να γίνουμε υπηρέτες/ηγέτες, οι οποίοι θα δείχνουν τον δρόμο του Χριστού, σε έναν κόσμο που επιδιώκει την εξουσία, τον πλούτο και την κουλτούρα του χρήματος.
Καλούμαστε να καταρρίψουμε τα τείχη και να επιδιώξουμε τη δικαιοσύνη με τους ανθρώπους που έχουν εκδιωχθεί και εκτοπιστεί από τις χώρες τους, όπως οι μετανάστες, πρόσφυγες και αιτούντες άσυλο, και να αρνηθούμε νέα σύνορα και σύνορα που χωρίζουν και σκοτώνουν.
Καλούμαστε να ακολουθήσουμε τον δρόμο του σταυρού, ο οποίος προκαλεί την ελίτ, τα προνόμια, και την προσωπική και δομική εξουσία.
Καλούμαστε να ζήσουμε στο φως της ανάστασης, η οποία προσφέρει δυνατότητες γεμάτες ελπίδα για μεταμόρφωση».
***
Τι ήταν, όμως, αυτό που συνέβη στην Αρούσα, ώστε η Θεία Πρόνοια να λειτουργήσει «με απρόβλεπτο και πέρα από κάθε φαντασία τρόπο», όπως τόνισα πιο πάνω (συνεργεία του Αγίου Πνεύματος), στην κοινωνία των «Ορθοδόξων» Εκκλησιών μας, Eastern και Oriental, όπως παραδοσιακά κατηγοτιοποιούνται οι χριστιανοί της Ανατολής στους διάφορους διαχριστιανικούς οργανισμούς και κυρίως στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών;
Όπως σε όλα τα προηγούμενα παγκόσμια ιεραποστολικά συνέδρια, έτσι και στο συνέδριο  της Αρούσας, εκτός από τον θεολογικό προβληματισμό και την ενημερωτική και μαθησιακή διαδικασία, σημαντικό στοιχείο ήταν και ο πνευματικός, προσευχητικός και εορταστικός χαρακτήρας του. Και πρώτα απ 'όλα αξίζει να να αναφερθεί κανείς στην έκφραση της ενότητας, την οποία βίωσαν οι Ορθόδοξοι σύνεδροι κατά την Πανορθόδοξη Ευχαριστιακή Θεία Λειτουργία, που τελέστηκε την Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως, όπως συνηθίζεται να λέγεται στην Ανατολική παράδοση, η Τρίτη Κυριακή των Νηστειών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Σε αυτήν την Ευχαριστιακή σύναξη – σημαντικό γεγονός της χριστιανικής πνευματικότητας, που σηματοδοτεί την δεδομένη ενότητα της Εκκλησίας του Χριστού, και αποτελεί προϋπόθεση της μεγάλης πορείας προς οποιαδήποτε ορατή ενότητα του διηρημένου χριστιανικού κόσμου, και κυρίως εφαλτήριο για ιεραποστολή, που σήμερα σε διαχριστιανικό επίπεδο πλέον αποκαλείται «Λειτουργία μετά τη λειτουργία» – προήδρευσε ο μητροπολίτης Προύσης  του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και επί κεφαλής της αντιπροσωπείας του, καθ. κ. Ελπιδοφόρος, με επισκόπους, ιερείς και λαϊκούς εκπροσώπους του συνεδρίου από όλες τις Ορθόδοξες δικαιοδοσίες να συμμετέχουν του par excellence μυστηρίου της Εκκλησίας, και την γηγενή αφρικανική χορωδία αποτελούμενη από νέους φοιτητές του Θεολογικού Σεμιναρίου «Μακάριος Γ» του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας να ηγείται της εκκλησιαστικής χορωδίας.
Ωστόσο, σημαντικότερη και έντονα συμβολική χειρονομία, ήταν η πρόσκληση του προεστώτος της ευχαριστιακής συνάξεως Μητροπολίτου προς τον Αρμένιο Μητροπολίτη Vicente, της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας του Etchmiadzin, να ανέλθει στο συνθερόνιο δίπλα του. Η παρουσία ενός άλλου κορυφαίου ιεράρχη στο συνέδριο, της Αυτού Αγιότητος του Πατριάρχου Αντιοχείας και Πάσης Ανατολής Mor Ignatius Aphrem II, και εκκλησιαστικής κορυφής της Συρο-ιακωβιτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, έδωσαν μια ακόμη ευκαιρία ενίσχυσης των διορθοδόξων σχέσεων.
Ο Πατριάρχης Ιγνάτιος Εφραίμ Β ', που έφτασε το απόγευμα της Κυριακής, μετά την Ορθόδοξη Θεία Λειτουργία, έγινε ο πρώτος Πατριάρχης του Ορθόδοξου Ανατολικού χριστιανικού κόσμου, ο οποίος μετέσχε αυτοπροσώπως ως εκπρόσωπος της Εκκλησίας του σε Παγκόσμιο Συνέδριο Χριστιανικής Ιεραποστολής, τουλάχιστον τις τελευταίες δεκαετίας, αν δεν με απατά η μνήμη,  και ο οποίος μιλήσει και στο συνέδριο στην τελευταία ολομέλεια (13 Μαρτίου 2018). Βεβαίως, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος ήταν ο πρώτος ανώτατος εκκλησιαστικός ηγέτης, ο οποίος απηύθυνε στην εναρκτήρια ολομέλεια χαιρετισμό στο συνέδριο της Αρούσας, με ηχογραφημένο βίντεο, πριν από το Μήνυμα του Πάπα Φραγκίσκου προς τους συνέδρους, το οποίο διαβάστηκε από τον επίσκοπο Brian Farrell, Γραμματέα του Ποντιφικού Συμβουλίου για την Προώθηση της Χριστιανικής Ενότητας.
Σύμφωνα με μια μακρά παράδοση του ΠΣΕ, όλοι οι Ορθόδοξοι που μετέχουν ως εκπρόσωποι των Εκκλησιών τους σε κορυφαίες Οικουμενικές συναντήσεις, είτε Γενικές Συνελεύσεις του ΠΣΕ, είτε Παγκόσμια Ιεραποστολικά Συνέδρια, έχουν μια διομολογιακή συνάντηση, συνήθως πριν από την τελική ολομέλεια. Τις συναντήσεις αυτές παραδοσιακά συντονίζει ο επικεφαλής της αντιπροσωπείας του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Και πάλιν, ο Μητροπολίτης Ελπιδοφόρος κάλεσε τιμητικά την Α. Α. τον Πατριάρχη Ιγνάτιο Εφραίμ, να καθήσει στην κεντρική θέση του προεδρείου. Ήταν αυτή ακριβώς η χειρονομία του, που μου έδωσε την ευκαιρία να υπενθυμίσω κατά την φετινή ιεραποστολική συνάντηση τόσο στις εκκλησιαστικές ηγεσίες, όσο και στο επιστημονικό θεολογικό δυναμικό των δύο συγγενικών παραδόσεων, της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Eastern Orthodox) και των Αρχαίων Ανατολικών Εκκλησιών (Oriental Orthodox), την αναγκαιότητα ολοκλήρωσης επί τέλους του επιτυχώς διεξαχθέντος επίσημου θεολογικού διάλογου, ο οποίος πρότεινε μερικές δευτερεύουσες, κοινά συμφωνημένες τελικές συστάσεις και προς τις δύο οικογένειες. Δυστυχώς, φονταμενταλιστικές αντιδράσεις και από τις δύο πλευρές εμπόδισαν μέχρι στιγμής τις Εκκλησίες μας να φτάσουν σε τελική επίσημη συμφωνία, ανοίγοντας έτσι το δρόμο και προς μια μυστηριακή κοινωνία. Και αναφέρομαι σε δύο χριστιανικές παραδόσεις, που παρά τους 15 αιώνες πλήρους εκκλησιαστικής αποξένωσης έχουν διατηρήσει εκπληκτικά παρόμοια πνευματικότητα.
Τόσο εγώ, όσο και ο Αγιότατος Πατριάρχης Ιγνάτιος Εφραίμ, είχαμε την πρώτη οικουμενική μας εμπειρία σε κορυφαίο Παγκόσμιο Ιεραποστολικό Συνέδριο του ΠΣΕ, πριν από τρεις δεκαετίες (1989), στο Σαν Αντόνιο των ΗΠΑ. Εγώ ως συντονιστής τότε των Βιβλικών Μελετών του συνεδρίου, και ο Πατριάρχης σήμερα της Προχαλκηδόνιας Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας, ως νεολαίος τότε επιστάτης (steward) του. H παγκόσμιa xριστιανική κοινότητα σε εκείνο το συνέδριο συνδιεσκέπτετο πάνω στο θέμα «Αποστολή κατά το θέλημα του Χριστού», ένα συνέδριο που παραμένει στην μνήμη όλων για την τολμηρή πρωτοβουλία ενός νεαρού Σέρβου Ορθόδοξου κληρικού να ηγηθεί μιας λατρευτικής λιτανείας του συνεδρίου κρατώντας την Αγία Γραφή κατά το πρότυπο της μεταφοράς του Ιερού Ευαγγελίου κατά την Μικρή Είσοδο της Ορθόδοξης Ευχαριστιακής Λειτουργίας, και κυρίως την καταλυτική συμβολή ενός εκ των κορυφαίων Ορθόδοξων θεολόγων με αυθεντικό οικουμενικό πνεύμα και πρωτεργάτη στην επιστήμη της ιεραποστολικής, του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου.
Το Άγιο Πνεύμα «ὅπου θέλει πνεῖ» στις τις εκκλησίες μας με απρόβλεπτο και πέρα από κάθε φαντασία τρόπο. Είμαστε, όμως, έτοιμοι για μια «Πορεία εν Αγίω Πνεύματι»; Μπορούμε να ακολουθήσουμε μια πραγματικά «Μεταμορφωτική μαθητεία», και να καταθέσουμε την μαρτυρία μας ή να κάνουμε «ιεραποστολή κατά το θέλημα του Χριστού»; Ασφαλώς προσευχόμαστε αδιαλείπτως για κάτι τέτοιο. Και προσευχόμαστε, όπως και στο προηγούμενο Παγκόσμιο Συνέδριο Χριστιανικής Ιεραποστολής στην Αθήνα το 2005 - το πρώτο σε μια Ορθόδοξη χώρα – «Ελθέ Πνεύμα Άγιο, θεραπεύστε και συμφιλίωσέ μας». Αμήν.
(Σε αγγλική μορφή το παρόν κείμενο δημοσιεύτηκε
  ΠΗΓΗ: amen.gr


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σχεδιάζοντας και Διδάσκοντας Θρησκευτικά με τα νέα Προγράμματα Σπουδών. Διδακτικά σενάρια για το μάθημα των Θρησκευτικών

1.1 Ο άνθρωπος ζει με τον Θεό - Α΄ Λυκείου

"Ο Χριστός έρχεται , όταν του μοιάσουμε [...] Πάρε τον παράδεισό μου και δος μου την κόλασή σου” - Α2