Μια ιστορία διαχριστιανικού πολιτισμού: Ιερός Ναός Ευαγγελισμού Ρόδου
Στα παλαιότερα
χρόνια συνηθίζονταν στα κέντρα λήψης των αποφάσεων ενός τόπου να υπάρχει κι ένα
αντίστοιχο θρησκευτικό ή εκκλησιαστικό κέντρο με το χώρο λατρείας του. Κατά
αυτό τον τρόπο, η θρησκευτική ή εκκλησιαστική διοίκηση συμπορεύονταν ή έλεγχε
την εκάστοτε πολιτική εξουσία.
Στη νεότερη
πόλη της Ρόδου, στην πλατεία Ελευθερίας στο Μανδράκι, βρίσκεται ο ναός του
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Είναι ο καθεδρικός ναός της πόλης, δηλαδή η έδρα του
Μητροπολίτη Ρόδου και όπως όλοι οι καθεδρικοί ναοί κατέχει δεσπόζουσα θέση μεταξύ των άλλων
κτισμάτων, με αποτέλεσμα να είναι ορατός από πολλά σημεία.
Ιστορικά στοιχεία
Ο ναός αυτός
οικοδομήθηκε από τους Ιταλούς Καθολικούς την περίοδο 1924/1925-1929, όπως
μαρτυρεί η επιγραφή δεξιά από την είσοδο του ναού. Το αρχιτεκτονικό του σχέδιο
είναι κατά μίμηση ή καλύτερα αποτελεί μία σύγχρονη μορφολογική απόδοση του
κοινοβιακού ναού του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή των Ιπποτών που βρισκόταν στο
δυτικό οχυρωμένο τμήμα του Κολλάκιου, που εντοπίζεται στο βόρειο μέρος της
Μεσαιωνικής Πόλης, και καταστράφηκε ολοσχερώς έπειτα από έκρηξη πυρίτιδας το
1856. Γι’ αυτό άλλωστε, το ιερό είναι στραμμένο προς το Βορρά και όχι προς την
Ανατολή, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογική παράδοση.
Εικάζεται ότι
οι Ιταλοί κατακτητές επανοικοδομούσαν οποιαδήποτε κτήριο θύμιζε την παρουσία
των Ιπποτών. Επομένως ξαναέχτισαν τον ίδιο ναό για να προσδώσουν μια
ιδεολογικοποιημένη ιστορική συνέχεια στην παρουσία τους στο νησί και να
τονίσουν ότι είναι απόγονοι των Καθολικών Ιπποτών.
Ο νέος ναός,
αφιερωμένος επίσης στον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή. Η ανέγερσή του
βασίστηκε στα (χαρακτικά) σχέδια των Bernard Eugène Antoin Rottiers του 1828 και Eugène Flandin του 1853. Την επίβλεψη της κατασκευής
ανέλαβε ο Ιταλός αρχιτέκτονας Florestano di Fausto. Οικοδομήθηκε στο αρχιτεκτονικό τύπο
της τρίκλιτης ξυλόστεγης βασιλικής με υπερυψωμένο το κεντρικό κλίτος και
τριμερές ιερό, με εντυπωσιακά ανοίγματα στις όψεις που προσιδιάζουν με
αντίστοιχα σε δυτικούς ναούς. Ο τύπος της βασιλικής όπου απαντά στο Δυτικό ή
τον Ανατολικό Χριστιανισμό προέρχεται κυρίως από τα αρχαία ορθογώνια δημόσια
ρωμαϊκά κτήρια.
Το εξίσου
εντυπωσιακό πυργοειδές κωδωνοστάσιο στα ανατολικά με τον εντοιχισμένο μαρμάρινο
θυρεό με το λιοντάρι του Αγίου Μάρκου, ύψους 26μ., προστέθηκε ένα χρόνο μετά
την αποπεράτωση του ναού, δηλαδή το 1930. Λίγο αργότερα, διαμορφώθηκε το
τριγωνικό περίκλειστο με στοά αίθριο, με περίκεντρη στεγασμένη κατασκευή και φιάλη
αγιασμού στο μέσον.
Μετά την ενσωμάτωση
της Δωδεκανήσου το 1947, ο καθολικός ναός του Αγίου Ιωάννη μετατράπηκε σε
ορθόδοξο και αφιερώθηκε στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου. Φαντάζομαι ότι η επιλογή
έχει να κάνει με τη χαρούμενη είδηση (ευαγγέλιο) της απελευθέρωσης και της
ενσωμάτωσης με την υπόλοιπη Ελλάδα. Ο ναός εγκαινιάστηκε από τον Μητροπολίτη
Ρόδου Τιμόθεο.
Ο ναός
παραμένει αναλλοίωτος εξωτερικά, ενώ το εσωτερικό προσαρμόστηκε ώστε να
ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ορθόδοξης λατρείας στην οποία και αποδόθηκε. Υπάρχουν πολλές αλλαγές, αν και
διατηρήθηκε ο χώρος όπου ήταν τοποθετημένα τα ηχεία του εκκλησιαστικού οργάνου.
Εκεί μάλιστα, η τοιχογραφία παρουσιάζει τον Δαυίδ και τους αυλικούς του να
υμνούν με στίχους από τον 150ο Ψαλμό τον Θεό. Ιδιαίτερη σημασία έχει
ότι χρησιμοποιούν και σύγχρονα όργανα, όπως βιόλα. Επομένως, ο Ορθόδοξος
αγιογράφος θέλησε με αυτόν τον τρόπο να σημειώσει ότι ο χώρος αυτός κάποτε
χρησιμοποιούνταν για να υμνεί τον Θεό μέσω της μουσικής.
Άλλες
σημαντικές αλλαγές αφορούν στην αντικατάσταση του τέμπλου, του πλίνθινου
δαπέδου, των αλαβάστρινων παραθύρων, του διακόσμου των τοίχων (γέμισε με
αγιογραφίες) και των οξυκόρυφων αψίδων που διαιρούν το εγκάρσιο κλίτος με
καμάρες. Οι Καθολικοί το Μεσαίωνα έκτιζαν ναούς οξυκόρυφους, ως απόρροια της
θεολογίας κυρίως του Θωμά Ακινάτη αλλά
και θεολόγων, οι οποίοι θεωρούσαν ότι ο άνθρωπος με τη λογική του μπορεί να
φτάσει στον Θεό. Γι’ αυτό τα οξυκόρυφα κτίσματα θεωρούνταν ότι τρυπούσαν τον
Ουρανό και άρα έφταναν στον Θεό.
Το τέμπλο,
σύμφωνα με επιγραφή σε θωράκιο, είναι έργο των αδελφών Σκαρή από τον Πειραιά
(ανάγραφεται και στον επισκοπικό θρόνο), ενώ η τοιχογράφηση πραγματοποιήθηκε
μεταξύ 1951 και 1961 από τον Φώτη Κόντογλου[1],
τον μαθητή του Ιωάννη Τερζή και τον μαθητευόμενο Παντελή Οδαμπάση. Στους ίδιους
ζωγράφους αποδίδονται και οι τέσσερις κύριες δεσποτικές εικόνες. Περισσότερα
στοιχεία για την ταυτότητα του ναού παρέχει η μαρμάρινη αναθηματική επιγραφή
στον δυτικό τοίχο εσωτερικά, όπου αναγράφονται οι χορηγοί του διακόσμου, τα έτη
τοιχογράφησης και το όνομα του τότε Μητροπολίτη Ρόδου Σπυρίδωνος.
Ο εικονογραφικός κύκλος.
Στους ναούς με
τρούλο, συνήθως σε εκείνο το σημείο βρίσκεται ο Χριστός ως Παντοκράτωρ (φράση
από την Αποκάλυψη που σημαίνει: ο Κύριος των Πάντων, ο Κύριος της Ιστορίας),
γύρω του άγγελοι, οι οποίοι εκτελούν το θέλημά Του, οι Προφήτες της Παλαιάς
Διαθήκης, οι οποίοι προετοίμασαν τον ερχομό Του, και οι 4 Ευαγγελιστές, οι
οποίοι έγραψαν το Ευαγγέλιο (χαρούμενη είδηση) ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος για να
γίνει ο άνθρωπος θεός).
Ο Κόντογλου,
στον οποίο οφείλεται η στροφή στη μεσαιωνική εκκλησιαστική ζωγραφική, ή πιο
απλά παραδοσιακή βυζαντινή αγιογραφία, προσάρμοσε αυτά τα στοιχεία στον
αρχιτεκτονικό τύπο της Βασιλικής δίχως να θέλει να αλλάξει αρχιτεκτονικά το
μνημείο.
α) Δογματικός κύκλος: απουσιάζουν οι παραστάσεις του Ιησού ως διδασκάλου στην κεντρική είσοδο του κυρίως ναού
και του Παντοκράτορα του τρούλου, ο οποίος περιστοιχίζεται από ουράνιες
δυνάμεις. Ωστόσο, στην πρώτη σειρά του μεσαίου κλίτους υπάρχουν οι προφήτες, οι
οποίοι προετοίμασαν τον δρόμο για τον ερχομό του Ιησού Χριστού. Στην από κάτω
ζώνη οι τέσσερεις Ευαγγελιστές, οι οποίοι διέδωσαν τη χαρμόσυνη είδηση ότι ο
Θεός έγινε άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος θεός, αλλά και οι υμνογράφοι, οι
οποίοι με τη μελωδία και την ποίηση δίδαξαν με ευχάριστο τρόπο τη χριστιανική
θεολογία. Επάνω από το ιερό και το τέμπλο υπάρχει μια μεγάλη τοιχογραφία με την
παράσταση του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Ξέχωρα από το θεολογικό μήνυμα, θεωρεί
ότι συνδυάζεται με τη χαρμόσυνη είδηση ότι η Ρόδος απελευθερώθηκε και
ενσωματώθηκε με την πατρίδα Ελλάδα.
Στη χαμηλή κόγχη του ιερού ένθρονη η Πλατυτέρα με τον
Ιησού βρέφος στην αγκαλιά Της, ως η γέφυρα που ένωσε τη γη με τον ουρανό.
Ακριβώς από πάνω (εδώ έχουμε διαφοροποίηση λόγω της ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής)
απαντά η τοιχογραφία της Πεντηκοστής.
β) Λειτουργικός κύκλος: Στο χώρο του ιερού βήματος εικονίζονται: 1 οι μορφές των
Μεγάλων Ιεραρχών, κάτω από την Πλατυτέρα στη κόγχη (Μ. Βασιλείου, Ι.
Χρυσοστόμου, Γρηγορίου Θεολόγου, Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Μ. Αθανασίου κ.α.), οι
οποίοι κρατούν λειτουργικά ειλητάρια και διάφορες σκηνές από την Παλαιά
Διαθήκη, οι οποίες προτυπώνουν την εικόνα της Εκκλησίας και της θείας
Ευχαριστίας.
γ) Ιστορικός κύκλος: Στις καμάρες και στους τοίχους του κυρίως ναού
ζωγραφίζονται παραστάσεις από την ιστορία της Εκκλησίας. Ψηλά απάνω υπάρχουν σκηνές
από τη ζωή του Χριστού, (Γέννηση, Βάπτιση, Σταύρωση, Ανάσταση, Ανάληψη). Στην
επόμενη σειρά υπάρχουν αγιογραφημένες οι παραστάσεις
των 24 οίκων (στροφών) του Ακάθιστου Ύμνου. Αυτοί ξεκινάνε με τον Ευαγγελισμό
της Θεοτόκου και καταλήγει στο γεγονός ότι η Θεοτόκος είναι λαμπάδα που οδηγεί
τους πιστούς στη γνώση του αληθινού Θεού και σε ύμνο και ικεσία του λαού προς
την Παναγία. Στην τελευταία σειρά ακολουθούν προσωπογραφίες αγίων ανδρών
και γυναικών.
Σε αυτόν τον εικονογραφικό κύκλο ανήκουν και οι εικόνες
του τέμπλου. Αριστερά της Ωραίας Πύλης εικονίζεται ο Δεσπότης Χριστός και δίπλα
ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος. Δεξιά της Ωραίας Πύλης εικονίζεται η Θεοτόκος με
τον Κύριο στην αγκαλιά της και δίπλα η εικόνα του Ευαγγελισμού, όπου είναι
αφιερωμένος ο ναός.
Συμβολισμοί Αγίας Τράπεζας
Η Αγία Τράπεζα
στο ιερό συμβολίζει το τραπέζι του Μυστικού Δείπνου και τον Τάφο, όπου
αναστήθηκε ο Κύριος. Πάντα στην Αγία Τράπεζα υπάρχουν ραμμένα ιερά λείψανα
αγίων και μαρτύρων. Η συνήθεια αυτή προέρχεται από την εποχή των διωγμών και
των κατακομβών και μας θυμίζει ότι το Ευαγγέλιο διαδόθηκε χάρη στο μαρτύριο και
τη μαρτυρία των αγίων ανδρών και γυναικών. Στην αγία Τράπεζα πάντα υπάρχει το
Ευαγγέλιο που συμβολίζει τον ίδιο τον Χριστό.
Στο Ευαγγελισμό
εντός και εκτός του ναού έχουν συμβεί διάφορα ιστορικά γεγονότα, όπως η Επίσημη
τελετή της Ενσωμάτωσης της Δωδεκανήσου το 1947. Εξάλλου, η Α΄ Πανορθόδοξη
Σύνοδος με πρωτοβουλία του Οικουμενικού Πατριαρχείου πραγματοποιήθηκε εντός του
ναού στις 24 Σεπτεμβρίου-1 Οκτωβρίου 1961. Οι εργασίες της άνοιξαν τον δρόμο
και οδήγησαν στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο των Ορθοδόξων στην Κρήτη το Μαΐο του
2016. Η Α΄ Πανορθόδοξη Σύνοδος συνέπεσε με την ολοκλήρωση των τροποποιήσεων και
της αγιογράφησης του εσωτερικού της εκκλησίας του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Σε
θύμηση αυτής της διάσκεψης τους κίονες του ναού κοσμούν τα λάβαρα των ορθόδοξων
Πατριαρχείων που παρευρέθηκαν.
Ολοκληρώνοντας
αυτή τη σύντομη παρουσίαση του ναού, θα ήθελα να σημειώσω ο ναός με τα
ξεχωριστά χαρακτηριστικά του αποτελεί σύμβολο του ιδιαίτερου πολιτισμού και της
ιστορίας της Ρόδο. Τα στοιχεία της ανατολικής και της δυτικής εκκλησιαστικής
τεχνοτροπίας που είναι αρμονικά συνδεδεμένα, δίνουν και ένα ξεχωριστό μήνυμα
σήμερα. Το μήνυμα της διαχριστιανικής συνεργασίας, του διαλόγου, της
συνεργασίας και της εν Χριστώ μαρτυρίας σε έναν κόσμο που διαρκώς
κατακερματίζεται. Οι Χριστιανικές Εκκλησίες ακολουθώντας τα ίχνη του Χριστού
στο χωροχρόνο μπορούν να προσφέρουν με τη χάρη του Θεού τη διακονική εξουσία
και τα μέλη τους να είναι το αλάτι της γης που καλλιεργεί την ειρήνη και
προάγει τον πολιτισμό!
[1] Ο Φώτης Κόντογλου
γεννήθηκε στο Αϊβαλί (1895-1965) και ήταν σπουδαίος ζωγράφος και λογοτέχνης,
κι ένας από τους κυριότερους εκπρόσωπους της «γενιάς του ’30». Ανάμεσα στους
μαθητές του ήταν ο Γιάννης Τσαρούχης και ο Νίκος Εγγονόπουλος. Μελέτησε τη
βυζαντινή χρωματουργία και τεχνική και τη χρησιμοποίησε σε νέους ναούς.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου